ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΗ ΒΙΚΥ ΑΛΥΣΣΑΝΔΡΑΚΗ

[Photo από pastafloramag.gr]

 

ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΗ ΒΙΚΥ ΑΛΥΣΣΑΝΔΡΑΚΗ

 

Με τη Βίκυ «γνωριστήκαμε» στο Facebook, πριν από έξι περίπου χρόνια, με αφορμή την έκδοση του πρώτου βιβλίου μου. Από τότε, και κυρίως μετά τις μεταφράσεις των βιβλίων του Ράγκναρ Γιόνασον, έχουμε μιλήσει αρκετές φορές μόνο διαδικτυακά, αφού μένει μόνιμα στο εξωτερικό.

 

 

– Βίκυ, χαίρομαι που έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε, σχετικά με τη μεταφραστική δουλειά σου και την ισλανδική αστυνομική λογοτεχνία. Ας πούμε αρχικά για τους αναγνώστες που δεν ξέρουν πολλά για το «βιογραφικό» σου, ότι έχεις σπουδάσει Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και της Σορβόννης και, μετά από κάποια χρόνια, Σκανδιναβικές Γλώσσες και Πολιτισμό στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου. Είσαι πολύγλωσση, μεταφράζεις στα ελληνικά από τα τέλη της δεκαετίας του 2010 και η δουλειά σου, μέχρι τώρα, περιλαμβάνει σύγχρονη φινλαδική και ισλανδική ποίηση, την τριλογία του Γιόνασον και βιβλία της Σιγουρδαρντότιρ. Πώς αποφάσισες να στραφείς στις σπουδές των σκανδιναβικών γλωσσών και στη μετάφραση;

Αυτό είναι πολύ μεγάλη ιστορία! Ο Βορράς ήταν ένας γεωγραφικός και πολιτισμικός χώρος που πάντα μού ασκούσε μια ιδιαίτερη γοητεία. Ίσως γιατί εμείς, οι Νότιοι, πιστεύουμε ότι είναι «πάρα πολύ μακριά από εμάς» τόσο γεωγραφικά, όσο και πολιτισμικά. Κι εμένα πάντα μού άρεσε να λύνω γρίφους �� Έτσι, μετά από ένα πρώτο ταξίδι μου στο Ελσίνκι όταν ήμουν είκοσι χρόνων, άρχισα να μαθαίνω φινλανδικά. Αυτή ήταν και η πρώτη βόρεια γλώσσα που έμαθα. Και, κατά σύμπτωση, και αυτή που δεν έχει καμιά σχέση με τις υπόλοιπες! Ως τότε, μιλούσα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά και γερμανικά. Οι γλώσσες αυτές, ως ινδοευρωπαϊκές που είναι, δεν παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις από τα ελληνικά, ως προς τη δομή τους. Τα φινλανδικά είναι τελείως άλλο κεφάλαιο! Είναι φιννοουγγρική γλώσσα, με κοντινότερους συγγενείς της (ας πούμε ‘αδέρφια’) τα ουγγρικά και τα εσθονικά, και, λίγο πιο μακρινό της ‘ξάδερφο’ τα τουρκικά. Οι δομές της είναι τελείως διαφορετικές. Για να τη χειριστώ σωστά, έπρεπε να μάθω να σκέφτομαι διαφορετικά. Και τότε κατάλαβα πως, μαθαίνοντας μια άλλη γλώσσα, μαθαίνεις ταυτόχρονα κι έναν άλλο τρόπο σκέψης, μια διαφορετική φιλοσοφία ζωής.

Ύστερα από μερικά χρόνια, προσωπικές και επαγγελματικές επιλογές με έφεραν στη Νότια Σουηδία, όπου και έζησα τριάμισι χρόνια, βλέποντας από το παράθυρό μου τη «Γέφυρα». Ο λόγος τη γέφυρα του Έρεσουντ, που ενώνει πια τη Δανία με τη Σουηδία κι έγινε διάσημη από την υπέροχη αστυνομική σειρά Broen/Bron. Γυρίζοντας στη Γαλλία και, λόγω μιας ευτυχούς συγκυρίας, πήρα την απόφαση να ξαναρχίσω τις σπουδές μου και να γραφτώ στο τμήμα Σκανδιναβικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου. Στην αρχή, ούτε εγώ η ίδια δεν με είχα πάρει στα σοβαρά. Πόσο μάλλον οι άλλοι! Όμως αυτή ήταν και η πιο σωστή απόφαση που έχω πάρει ποτέ για τη ζωή μου. Ένιωθα να ξαναπιάνω τον εαυτό μου από εκεί που τον είχα αφήσει όταν ήμουν δεκαπέντε χρονών και να τον εξελίσσω. Αυτή τη φορά όμως, όπως ήθελα μόνο εγώ.

Όσο για τη μετάφραση, νομίζω ότι δεν αποφάσισα εγώ ν’ ασχοληθώ μαζί της. Εκείνη ήρθε και με βρήκε ή ήταν πάντα μέσα μου, δεν ξέρω. Ακόμα κι όταν εργαζόμουν ως νομικός, η περισσότερη δουλειά που είχα ήταν κυρίως μεταφραστική ή δουλειά διερμηνείας. Επίσης, ερμήνευα πολύ συχνά συμβάσεις, νόμους και δικαστικές αποφάσεις σε άλλες γλώσσες. Η μετάφραση είναι το μόνο πράγμα που νιώθω ότι μπορώ να κάνω καλά! Στο τέλος των σπουδών μου στο τμήμα Σκανδιναβικών Γλωσσών, γνώρισα τον Έιρικουρ Ερτν Νόρδνταλ (Eiríkur Örn Norðdahl), τον συγγραφέα του Κακού (Ιllska), του βιβλίου που με έκανε να ξαναγαπήσω το διάβασμα και τη σύγχρονη λογοτεχνία. Δύο μέρες μετά, βρήκα ένα μήνυμά του στο μέιλ μου, με το οποίο με ρωτούσε αν θα ήθελα να μεταφράσω μία ποιητική του συλλογή από τα ισλανδικά. Πάγωσα. Τα σύγχρονα ισλανδικά μου εκείνη την περίοδο ήταν για κλάματα! Αν έλεγα ναι, θα ένιωθα πέρα για πέρα μια απάτη! Όμως, παρ’όλα αυτά, για κάποιον περίεργο λόγο, δέχτηκα, αφού με διαβεβαίωσε κι εκείνος ότι θα με βοηθούσε. Ακόμα μία ευτυχής συγκυρία: την ίδια εποχή, έτυχε να γνωρίσω τον μελλοντικό συνάδελφο Σωτήρη Σουλιώτη, μεταφραστή από τα δανικά και τα λιθουανικά, που με γνώρισε στον Γιώργο Αλισάνογλου και τις εκδόσεις Σαιξπηρικόν. Και κάπως έτσι, γεννήθηκαν τα δύο πρώτα μεταφραστικά «παιδιά» μου, το Νησί της Ξεγνοιασιάς (Hupisaarilla), του Φινλανδού Mikko Viljanen και η Μη Αναστρέψιμη Απώλεια Ψευδαισθήσεων (Óratorrek), του Eiríkur Örn Norðdahl.

Από ’κεί και πέρα, όλα πήραν τον δρόμο τους.

 

– Ανάμεσα στις δέκα σχεδόν γλώσσες που μιλάς είναι, εκτός από τα ισλανδικά, και τα μεσαιωνικά ισλανδικά. Πώς προέκυψε αυτό το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη γλώσσα, αλλά, όπως καταλαβαίνω, και γενικότερα για την κουλτούρα αυτής της χώρας; Μπορείς να μας πεις δυο λόγια για την Ισλανδία που έχεις επισκεφθεί τέσσερις (ή πέντε;) φορές;

 Θα σου απαντήσω με ένα σωρό ερωτήσεις: Φαντάσου πώς θα ήταν να ζεις πάνω σε ένα νησί γεμάτο ενεργά ηφαίστεια κοντά στον Βόρειο Πόλο. Φαντάσου να μην μπορείς να προβλέψεις ούτε τον καιρό, ούτε τη γη κάτω απ’ τα πόδια σου καμία στιγμή. Φαντάσου να ζεις σε μία χώρα που δεν συνορεύει με καμία άλλη. Φαντάσου να ζεις σε έναν τόπο με μια φύση τόσο μαγική και τόσο απρόβλεπτη, που να μην σε αφήνει λεπτό να στρέψεις την προσοχή σας μακριά από αυτή. Πώς θα ένιωθες; Πώς θα ήταν οι σχέσεις σου με τους γείτονες και τους συμπατριώτες σου; Πώς φαντάζεσαι την κοινωνία που θα φτιάχνατε σε έναν τέτοιο τόπο; Πώς θα έβλεπες τους «ηπειρωτικούς» Ευρωπαίους;

 

– Ας έρθουμε στην αστυνομική λογοτεχνία. Έχεις μεταφράσει μέχρι τώρα, την τριλογία του Γιόνασον, με ηρωίδα τη Χούλντα, που τη θεωρώ καλύτερη από την προηγούμενη σειρά του με τον Άρνι, και δύο μυθιστορήματα της Σιγουρδαρντότιρ, ένα θρίλερ τρόμου και ένα αστυνομικό της σειράς με τον Χούλνταρ και τη Φρέιγια. Πρόκειται για έναν πολύ γνωστό συγγραφέα της νεότερης γενιάς και για την πιο διάσημη γυναίκα συγγραφέα της ισλανδικής αστυνομικής λογοτεχνίας. Ποιες ήταν οι εντυπώσεις σου από αυτά τα έργα και από τη δουλειά για τη μετάφρασή τους;

 Μέχρι τη στιγμή που μού ανατέθηκε η μετάφραση της τριλογίας του Γιόνασον, δεν είχα ασχοληθεί ποτέ ενδελεχώς με την αστυνομική λογοτεχνία. Φυσικά, είχα διαβάσει Άγκαθα Κρίστι και λίγο Ζορζ Σιμενόν, είχα γνωρίσει μέσω του προγράμματος των σπουδών μου (και κάπως…ακαδημαϊκά) το εμβληματικό δίδυμο των Sjöwall και Wahlöö, τον Stieg Larsson, τον Jo Nesbø, και τον Henning Mankell. Όμως, η αστυνομική λογοτεχνία δεν ήταν ένα είδος που με τραβούσε ιδιαίτερα. Όταν όμως έπεσε στα χέρια μου Το Σκοτάδι του Ράγκναρ Γιόνασον, άρχισα να βλέπω το αστυνομικό μυθιστόρημα με διαφορετική ματιά. Πιο βιωματική, λιγότερο επιδερμική, με περισσότερη…αγάπη. Ίσως αυτό να οφείλεται στο γεγονός ότι Το Σκοτάδι δεν έμοιαζε με κανένα άλλο σκανδιναβικό αστυνομικό μυθιστόρημα απ’ όσα είχε τύχει να διαβάσω ως τότε. Ίσως να οφείλεται στο ότι η κεντρική του ηρωίδα, η επιθεωρήτρια Χούλντα Χερμανσντόττιρ, ήταν γυναίκα…και μάλιστα μια πολυτραυματισμένη, ταλαιπωρημένη γυναίκα, αλλά ταυτόχρονα και μια χαρισματική αστυνομικός. Για μια τέτοια ηρωίδα, μια γυναίκα αναγνώστρια και μεταφράστρια, δεν μπορεί παρά να νιώσεις απίστευτη συμπάθεια.

Από την άλλη, τα μυθιστορήματα της Ύρσα έχουν μια άλλη, ιδιαίτερη ταυτότητα. Η συγγραφέας έχει έναν μοναδικό τρόπο να υφαίνει την πλοκή τους, να μας βάζει μέσα σ’ αυτά, δίνοντάς μας ακόμα και την πιο μικρή, την πιο -φαινομενικά- ασήμαντη λεπτομέρεια, να μπερδεύει το ρεαλιστικό με το μεταφυσικό στοιχείο, να μας κρατάει σε εγρήγορση και αγωνία, να μας…παγώνει το αίμα! Δεν πήρε τυχαία τον τίτλο της Βασίλισσας του ισλανδικού αστυνομικού. Η δουλειά για τη μετάφραση των έργων της Ύρσα είναι πολύ απαιτητική. Πολλές φορές, με πολλή επιστημονική και νομική ορολογία, με λεπτομέρειες που χρειάζονται πολύ ψάξιμο. Να φανταστείς, ένα βράδυ, πέρασα κάπου τρεις-τέσσερις ολόκληρες ώρες σε βιντεοκλήση με φίλη νομική σύμβουλο του ισλανδικού Υπουργείου Δικαιοσύνης, για να εξακριβώσω τρεις σελίδες γεμάτες κείμενο με δικαστική και νομική ορολογία!

 

-Κατά τη διάρκεια της μετάφρασης είχες επικοινωνία με τους δύο συγγραφείς και αν ναι, πώς σου φάνηκε η συνεργασία μαζί τους;

Πάντοτε επιδιώκω να έχω επικοινωνία με τους εν ζωή συγγραφείς που μεταφράζω. Και ως τώρα, όλοι οι συγγραφείς και ποιητές που συνεργάστηκα ήταν όλοι πολύ πρόθυμοι να με βοηθήσουν, και άμεσοι στην ανταπόκρισή τους. Το ίδιο ισχύει και για τον Ράγκναρ και την Ύρσα. Ειδικότερα η Ύρσα ήταν πάντοτε στη διάθεσή μου, πάντοτε απαντούσε με χαρά στις ερωτήσεις μου, όποτε κι αν τής έγραφα, κι έχουμε αναπτύξει και μία προσωπική σχέση φιλίας, πέρα από τη συνεργασία μας!

 

-Οι ισλανδοί συγγραφείς αποτελούν μια ιδιαίτερη φωνή μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της βόρειας αστυνομικής λογοτεχνίας. Εκτός από τους παλαιότερους και καταξιωμένους, την τελευταία 15ετία έχουν εμφανιστεί, με επιτυχία στη διεθνή αγορά, αρκετοί νεότεροι (όπως ο Γιόνασον και η Λίλια Σιγουρδαρντότιρ, ενώ ταυτόχρονα μεταφράζονται στα αγγλικά και κάποιοι από τους «παλιούς», όπως η Στέλα Μπλούμκβιστ. Από την άλλη πλευρά, στα ελληνικά έχουν κυκλοφορήσει βιβλία μόνο πέντε συγγραφέων (Ιντρίδασον, Θοράρινσον, Γιόνασον, Ύρσα, Εϊγισντότιρ). Θα σε ενδιέφερε να ασχοληθείς περισσότερο με το είδος και, με τις κατάλληλες προϋποθέσεις, να μεταφράσεις και άλλους; Και για να συμπληρώσω την ερώτηση, υπάρχουν, γενικότερα, ισλανδοί συγγραφείς, τους οποίους θα ήθελες να μεταφράσεις;

 Εννοείται! Θα το ήθελα πάρα πολύ. Κι αυτό γιατί, όπως είπες, οι ισλανδοί συγγραφείς αποτελούν μία εντελώς ιδιαίτερη φωνή μέσα στο γενικό τοπίο της βόρειας αστυνομικής λογοτεχνίας. Απ’ όσο γνωρίζω, στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί μόνο δύο-τρία μυθιστορήματα του Άρτναλντουρ Ίντριδασον. Είναι κρίμα που δεν έχουμε περισσότερες μεταφράσεις του έργου αυτού του πραγματικά αξιόλογου και πρωτοπόρου συγγραφέα. Εάν γινόταν, θα ήθελα να μεταφράσω περισσότερα έργα του! Επίσης, εδώ και καιρό, προσπαθώ να συστήσω στους εκδότες την Λίλια Σίγουρδαρντόττιρ[1]! Ελπίζω κάποια μέρα να ευοδωθούν οι προσπάθειές μου! Τέλος, πριν από κάποια χρόνια, έπεσε στα χέρια μου ένα ιδιότυπο ιστορικό αστυνομικό μυθιστόρημα του Γκβούδμουντουρ Άντρι Θόρσον, που στα ισλανδικά λεγόταν Sæmd (Tιμή) και στα γαλλικά μεταφράστηκε ως L’Affaire Benedikt Gröndal (Η Υπόθεση Μπένεντικτ Γκρένταλ), που το βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρον και θα ήθελα να μεταφράσω.

 

-Ανάμεσα στις σκανδιναβικές αστυνομικές τηλεοπτικές σειρές με επιτυχημένη διεθνή πορεία, βρίσκουμε αρκετές ισλανδικές παραγωγές ή συμπαραγωγές, κάποιες γνωστές και στην Ελλάδα, όπως Trapped και Entrapped, Katla, The Valhalla Murders κλπ. Έχεις παρακολουθήσει τέτοιες σειρές και θα μπορούσες να συστήσεις κάποιες σε όσους/ες ενδιαφέρονται;

Ναι, έχω παρακολουθήσει τις σειρές. Βρήκα πολύ καλό το Trapped και το The Valhalla Murders. Το Katla ήταν κάπως ιδιαίτερο, κάπως διαφορετικού είδους, με πολλά μεταφυσικά στοιχεία, και δεν ήταν ακριβώς το είδος που με τρελαίνει. Όμως, για τους λάτρεις του θρίλερ, το συστήνω ανεπιφύλακτα. Πολύ καλογυρισμένη σειρά, με πολλά καλά στοιχεία.

 

– Από τη μέχρι τώρα εμπειρία σου τι εικόνα έχεις σχηματίσει για την κατάσταση στον χώρο της μετάφρασης στην Ελλάδα και για τη θέση των μεταφραστών;

Αν και δεν είμαι καθόλου νέα, είμαι πολύ καινούργια στον χώρο. Έτσι, νιώθω ότι δεν μπορώ να συγκρίνω πολύ το τωρινό τοπίο με αυτό των προηγούμενων ετών. Αυτό που καταλαβαίνω, όμως, είναι ότι στην Ελλάδα αρχίζουμε και έχουμε όλο και περισσότερους πολύ αξιόλογους μεταφραστές, και μάλιστα όλο και περισσότερους μεταφραστές από πιο ‘σπάνιες’ και ‘μικρές’ γλώσσες. Έτσι, όλο και περισσότερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, παρουσιάζονται στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό απευθείας από την πρωτότυπη γλώσσα, χωρίς την ανάγκη ‘γλώσσας-γέφυρας’, μιας πιο διαδεδομένης γλώσσας, που να παίζει τον ρόλο του ‘μεσολαβητή’ ανάμεσα στη γλώσσα του πρωτοτύπου και τα ελληνικά. Με αυτόν τον τρόπο, νομίζω, τα τελευταία χρόνια ο ρόλος του μεταφραστή αρχίζει και γίνεται ολοένα και πιο ‘ορατός’. Αρχίζουμε σιγά-σιγά να διαβάζουμε κριτικές μετάφρασης, τα ονόματα των μεταφραστών αναφέρονται στις παρουσιάσεις των βιβλίων, οι μεταφραστές καλούνται να μιλήσουν για τα έργα που μεταφράζουν, αρχίζει και υπάρχει ένα πιο γενικευμένο ενδιαφέρον για τη δουλειά του μεταφραστή και τον ρόλο του ανάμεσα στον συγγραφέα και τον αναγνώστη. Κι αυτό, μόνο καλό μπορεί να κάνει!

 

-Αν δεν κάνω λάθος είσαι η μόνη μεταφράστρια ισλανδικών στην Ελλάδα. Μπορείς να μας αποκαλύψεις κάτι για τα μελλοντικά μεταφραστικά σου σχέδια;

Αχ, μην το λες έτσι! Τρομάζω!

Τα μεταφραστικά σχέδια στον τομέα της αστυνομικής λογοτεχνίας συνεχίζονται ακάθεκτα. Όμως, παράλληλα και σιγά-σιγά, έχω σκοπό να συστήσω στο κοινό και άλλους ισλανδούς συγγραφείς που δεν γράφουν αστυνομική λογοτεχνία!

 

-Σε ευχαριστώ πολύ γι’ αυτή τη συζήτηση και ελπίζω να μας δοθεί η ευκαιρία να τα πούμε πιο αναλυτικά κι από κοντά.

Εγώ ευχαριστώ κι εύχομαι να τα πούμε πολύ σύντομα.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Η Lilja Sigurðardóttir είχε προσελκύσει το ενδιαφέρον μου, από τότε που διάβασα το πρώτο αστυνομικό της μυθιστόρημα στα αγγλικά, γι’ αυτό και κάναμε μια συνέντευξη (τη μοναδική σε ελληνικό μέσον), πριν από πέντε χρόνια [βλ. εδώ]. Για τη συγγραφέα βλ. και Οδηγός για τη σκανδιναβική αστυνομική λογοτεχνία. Στα αγγλικά κυκλοφορούν τα βιβλία της Snare, Trap, Cage (τριλογία Reykjavik Noir), το αυτόνομο Betrayal και τέσσερα από τη σειρά Áróra Investigation, τα Cold as Hell, Red as Blood, White as Snow, Dark as Night.

One thought on “ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΗ ΒΙΚΥ ΑΛΥΣΣΑΝΔΡΑΚΗ

Σχολιάστε